Print this page

Γαλέρα

Νο. 11

Συνέντευξη στο περιοδικό "Γαλέρα"

www.galera.gr

Εικόνα του Θανάση Παπακωνσταντίνου

Ο µηχανολόγος από την Λάρισα που έγινε τραγουδοποιός οµολογεί ότι είναι ευάλωτος «άπιστος Θωµάς» και δυσκολεύεται να εξηγήσει πώς τόσος κόσµος πηγαίνει στις συναυλίες του.

Συναντήσαµε τον Θανάση Παπακωνσταντίνου την εποµένη από τη µεγάλη του συναυλία στο θέατρο του Λυκαβηττού. Ήταν κουρασµένος αλλά πολύ χαρούµενος. Το προηγούµενο βράδυ χιλιάδες πιστοί φίλοι του τραγούδησαν και χόρεψαν συµµετέχοντας σε µια εκστατική µέθεξη, χαρακτηριστική των συναυλιών του µηχανολόγου από την Λάρισα που επέλεξε να γίνει τραγουδοποιός. Για κάποιους, ακόµα και για τον ίδιο όπως µε σεµνότητα και συστολή δηλώνει, η λατρεία προς το πρόσωπό του είναι ανεξήγητη. Μετά από οκτώ προσωπικούς δίσκους και µια σηµαντική διαδροµή στο ελληνικό τραγούδι, οι χιλιάδες φίλοι του µάλλον γνωρίζουν καλύτερα.

- Προτιµάς να εµφανίζεσαι σε µεγάλους χώρους σαν το Λυκαβηττό µε χιλιάδες θεατές ή σε κλειστούς και µικρούς χώρους;

- Προτιµώ να παίζω σε µικρούς χώρους γιατί είναι πολύ όµορφο να βλέπεις τον άλλο στο πρόσωπο, γίνεται ένα πολύ γοητευτικό παιχνίδι αλληλεπίδρασης, είναι πιο ανθρώπινες οι συνθήκες. Ό,τι είναι στην κλίµακα του ανθρώπου είναι πάντα πιο ωραίο. Μια µονοκατοικία είναι πιο ωραία από µια πολυκατοικία, µια οικοτεχνία από µια βιοτεχνία, µια µικρή πόλη από µια µεγάλη. Από την άλλη, µια συναυλία σε ένα χώρο όπως ο Λυκαβηττός έχει τη δική της µαγεία, ιδιαίτερα όταν χιλιάδες άνθρωποι ενώνονται, γίνονται ένα και δηµιουργούν ένα συλλογικό ασυνείδητο.

- Χθες ένιωσες ζεστασιά; Ένιωσες την ενέργεια από τα πρόσωπα που δεν έβλεπες αλλά άκουγες τη φωνή τους;

- Σε πολλές συναυλίες πηγαίνεις, πληρώνεις, ακούς και φεύγεις χωρίς να προκύψει τίποτα µαγικό. Εγώ θέλω και προσπαθώ, έστω κάποιες στιγµές στις συναυλίες µου να προσεγγιστεί το αδιανόητο. Χθες το ένιωσα αυτό όταν λέγαµε τον Πεχλιβάνη και φύσηξε ένα απαλό αεράκι. Ήταν µια µαγική στιγµή.

- Πώς εξηγείς ότι ο Πεχλιβάνης είναι το αγαπηµένο τραγούδι του κόσµου;

- Δεν µπορώ να το εξηγήσω, αλλά ακόµη περισσότερο δεν µπορώ να εξηγήσω γιατί έρχεται τόσος κόσµος στις συναυλίες µου. Πολλές φορές νιώθω σαν απατεώνας, προσωπικά δεν θα πήγαινα να µε ακούσω.

- Γιατί;

- Φωνή καλή δεν έχω, οργανοπαίκτης δεν είµαι, σκηνική παρουσία µηδέν, άρα γιατί έρχεται ο κόσµος να µε ακούσει; Κάτι άλλο πρέπει να συµβαίνει. Μάλλον είµαι τυχερός… Καταλαβαίνω όµως ότι τα ίδια τα κοµµάτια από µόνα τους έχουν µια δική τους δύναµη. Το πώς ο κόσµος ξεπερνάει όλα τα υπόλοιπα και έρχεται να µε ακούσει δεν µπορώ να το εξηγήσω.

- Θα προτιµούσες να είσαι κάτι άλλο, να έχεις άλλες φωνητικές ικανότητες, να έχεις διαφορετική σκηνική παρουσία;

- Όχι, προτιµώ αυτό που είµαι, δεν θα µπορούσα ποτέ να είµαι κάτι άλλο. Με τη φωνή µου πάντα είχα έναν καηµό αλλά και εµένα οι περισσότερες φωνές που µου αρέσουν είναι ακατέργαστες. Ίσως τελικά ο κόσµος να γουστάρει επειδή είµαι ευάλωτος, δεν είµαι ατσαλάκωτος και στηµένος και δεν το κρύβω.

- Επαγγελµατικά αποτελεί εµπόδιο η επιλογή σου να ζεις και να δηµιουργείς µακριά από την Αθήνα;

- Έχει τα θετικά της, έχει και τα αρνητικά της. Μεγάλωσα στον Τύρναβο και έχω επιλέξει να ζω στην Αγιά. Η αλήθεια είναι ότι είχα πάντα δυσκολίες στο να βρω µουσικούς. Αρχικά µάλιστα µε αντιµετώπιζαν σαν ψώνιο γιατί οι περισσότεροι έχουν επαναπαυτεί στα σκυλάδικα. Επιπλέον, έχω περισσότερα έξοδα όταν γυρνάω σε συναυλίες, ο κόπος είναι πολλαπλάσιος για να µπορέσω να κατέβω στο κέντρο κ.λπ. Από την άλλη, όµως, η χαλαρότητα της καθηµερινής ζωής µακριά από την Αθήνα είναι ανεκτίµητη. Και προτιµώ αυτή την χαλαρότητα.

- Από τον πρώτο κιόλας δίσκο σου, την "Αγία Νοσταλγία", συµµετέχουν σε ορισµένα τραγούδια και οι δυο σου γιοι. Τι σου λένε για τη µουσική σου;

- Είναι καλοί ακροατές και δεν τους έχω πιέσει ποτέ σε ζητήµατα µουσικής. Έχουν πολύ καλό µουσικό κριτήριο, πιστεύω πως τους αρέσουν πολύ αυτά που κάνω αλλά έχουν τη δική τους γνώµη. Παλιά όταν τους ρωτούσαν αν τους αρέσει η µουσική του πατέρα τους, έλεγαν: "Καλός ο Θανάσης, αλλά ο Μάρκος είναι καλύτερος".

- Στον πρώτο σου δίσκο, ανάµεσα σε δεκάδες παραδοσιακά όργανα, µαντολίνο, µπουζούκι, ούτι, µπαγλαµά, λαγούτο, ακορντεόν κ.λπ. ακούγεται ο Εµπειρίκος να απαγγέλει ένα από τα ποιήµατά του. 13 χρόνια µετά, στη “Βροχή από Κάτω” που βασίζεται σε ένα εντελώς διαφορετικό µουσικό είδος ακούγονται στίχοι του Καρούζου. Δεν είναι λίγο παράδοξη αυτή η µετάβαση από τον Εµπειρίκο στον Καρούζο;

- Νοµίζω πως δεν είναι και τόσο διαφορετικοί µεταξύ τους. Διαπνέονται και οι δυο από κάποια κοινά, υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά που µε ενδιαφέρουν. Όπως λένε "οι ποιητές είναι παπαγάλοι που επαναλαµβάνουν αυτό που δεν έχει ειπωθεί". Άλλωστε η ποίηση ως τέχνη είναι ο πιο σύντοµος δρόµος για να φτάσει κανείς στην αλήθεια. Η παρατήρηση, η επιστηµονική έρευνα µπορεί να φτάσει µέχρι κάποιο σηµείο, µετά είναι ανεπαρκής. Από ‘κει και µετά αρχίζει η ποίηση.

- Δηλαδή θεωρείς την ποίηση ως την αναγκαία αφαίρεση που ξεγυµνώνει τις λέξεις και τις µεταµορφώνει σε εικόνες ώστε να µπορέσεις να ταξιδέψεις µέσα τους;

- Η ποίηση αφήνει ανοιχτά όλα τα περιθώρια. Κι ακόµα περισσότερο η µουσική, χωρίς καν τα λόγια. Ένα τραγούδι µπορεί πιο εύκολα και γρήγορα να φτάσει στον ακροατή. Αλλά η µουσική από µόνη της, όταν δεν υπάρχουν λέξεις, σου αφήνει περισσότερα περιθώρια να µπεις µέσα, να αλωνίσεις και να φτιάξεις τα δικά σου λόγια. Και αυτό είναι το λυτρωτικό.

- Η µουσική άλλοτε προέρχεται από τα όργανα και άλλοτε από τις λέξεις. Γίνονται οι λέξεις νότες;

- Εγώ που δεν ξέρω ξένες γλώσσες, ούτε καν καλά αγγλικά, ακούω ξένη µουσική σαν µια ολότητα, δεν µε ενδιαφέρει συχνά τι λένε τα λόγια, απολαµβάνω το σύνολο. Η φωνή είναι το τελειότερο όργανο πάντως. Ίσως γιατί βγαίνει άµεσα από τον άνθρωπο. Τα όργανα είναι υποκατάστατα της φωνής.

- Η "Βροχή από Κάτω" είναι το soundtrack της δικής σου ζωής; Δε σου κρύβω ότι µου θύµισε τη µουσική από το "Mulholland Drive", το πιο υποσυνείδητο και ερµητικό έργο του David Lynch.

- Ναι! Στην συγκεκριµένη ταινία είχα συγκλονιστεί από ορισµένες σκηνές που δεν ήταν καν σηµαντικές στην πλοκή, λόγω της µουσικής. Τέτοιες στιγµές έχει πολλές και η "Βροχή από Κάτω". Πολλά µουσικά τµήµατά της δεν µπορούν να εξηγηθούν. Αλλά ήθελα οπωσδήποτε να τα δηµιουργήσω. Το σηµαντικότερο που προσφέρει η Τέχνη είναι να µας δηµιουργεί νέα, ανεξερεύνητα συναισθήµατα που δεν τα έχουµε βιώσει, νέες εµπειρίες. Για τη "Βροχή από Κάτω" δεν είχα κάποιο πλάνο, τα πράγµατα οδηγήθηκαν µόνα τους και βγήκαν από µέσα µου. Μόνο έτσι βγαίνει από µέσα µας το µυστήριο της ύπαρξης, το ανεξήγητο της ζωής.

- Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεσαι συχνά µε τον Μπάµπη Παπαδόπουλο. Πόσο σε έχει βοηθήσει αυτή η συνεργασία;

- Το πρώτο πράγµα που σκέφτοµαι όταν ετοιµάζω µια δουλειά είναι οι συνεργάτες µε τους οποίους θέλω να δουλέψω. Όπως και στη ζωή έτσι και στη µουσική µε απασχολεί πολύ το στοιχείο της έκπληξης, του µη αναµενόµενου ακόµα και στην ίδια την παραγωγή. Οι µουσικές, οι ιδέες υπάρχουν µέσα µου σαν αρχέτυπα, δε θέλω να αλλάξω τίποτα από την αρχική µου ιδέα. Είµαι, όµως, πολύ ανοιχτός στις ενορχηστρώσεις. Ένα κοµµάτι µπορεί να ενορχηστρωθεί µε πολλούς τρόπους και να είναι όλοι εξίσου ενδιαφέροντες. Εκεί αφήνω ανοιχτό τον ορίζοντα στους φίλους και στους συνεργάτες να βάλουν τον εαυτό τους γιατί για έναν δηµιουργικό µουσικό µόνο έτσι έχει νόηµα η µουσική. Το ίδιο ισχύει και για τις ζωντανές εµφανίσεις, αφήνω ελεύθερους τους µουσικούς να κάνουν ό,τι θέλουν, να δηµιουργήσουν. Αυτό µπορεί να είναι επικίνδυνο ορισµένες φορές, αλλά συνήθως πετυχαίνει. Ο Μπάµπης είναι πολύ δηµιουργικός καλλιτέχνης, πραγµατικός µουσικός και λειτούργησε πολύ δηµιουργικά και στις δυο δουλειές που συνεργαστήκαµε. Γενικά, για να έχουν θετικό αποτέλεσµα οι συνεργασίες πρέπει να µην αθροίζουν απλώς τις ατοµικές ενέργειες, αλλά η συνέργεια να ξεπερνά κατά πολύ τις ατοµικές ικανότητες, να εκτοξεύεται.

- Τώρα πια δουλεύεις σε δικό σου στούντιο;

- Ναι, η "Βροχή από Κάτω" γράφτηκε στο µεγαλύτερο µέρος της στο ησυχαστήριό µου. Ήµουν µόνος παρέα µε έναν υπολογιστή, γι’ αυτό ίσως είναι και πιο έντονο το προσωπικό στοιχείο καθώς και µια βαθιά µοναχικότητα.

- Πώς ξεκινάς να γράφεις; Από ποια ερεθίσµατα; Γράφεις πρώτα τα λόγια ή τη µουσική;

- Το πώς ξεκινά κάποιος να γράψει είναι ανεξερεύνητο. Από οτιδήποτε µπορεί να πιαστείς και να προχωρήσεις. Το ιδανικό είναι όταν η µουσική φέρνει τα λόγια και ταυτόχρονα τα λόγια παράγουν τη µουσική. Είναι απίστευτο το πώς µπορεί να παίζεις µουσική και από αυτήν να ξυπνήσει ένα συναισθηµατικό υπόβαθρο µέσα από το οποίο ξεπηδά µια πρόταση, ένας στίχος που µεγεθύνει το συναισθηµατικό περιβάλλον και προκύπτει ένα αποτέλεσµα µε συναισθηµατική συνάφεια. Όταν η µουσική και οι στίχοι γράφονται χώρια υπάρχει ο κίνδυνος της απώλειας αυτής της συναισθηµατικής συνάφειας.

- Το γράψιµο, η δηµιουργία, η µουσική είναι πάντα µέσα σου σαν συνεχής ροή ή λειτουργείς µε παύσεις και εξάρσεις;

- Δεν µπορώ ποτέ να φτιάξω τραγούδια βάσει προγράµµατος. Έρχονται µόνα τους. Δε νοµίζω ότι µπορεί να ελεγχθεί η διαδικασία της δηµιουργίας. Απλώς, όταν πλησιάζει το καταλαβαίνεις σαν αεράκι που έρχεται από µακριά, σαν προσεισµό που δηµιουργεί κραδασµούς, σαν µια λαχτάρα που πρέπει να ολοκληρωθεί… Οι περίοδοι που αυτό µπορεί να συµβεί είναι απλώς νησίδες µέσα στην καθηµερινότητα.

- Και δεν περισσεύει τίποτα από αυτά που γράφεις;

- Φυσικά και περισσεύουν πολλά. Πολλά τραγούδια τα ξεπερνάει ο χρόνος, τα καταπίνει η ζωή. Ο χρόνος είναι ο πιο αµείλικτος κριτής, τα κάνει όλα σκόνη. Όταν κάποια τραγούδια καίγονται µέσα µου, τελειώνουν για πάντα. Ακόµα και τα τραγούδια που γράφονται και κυκλοφορούν είναι πολύ δύσκολο να αντέξουν στο χρόνο. Τα τελευταία που γράφτηκαν και ακόµα τραγουδιούνται ήταν ορισµένα του Ξαρχάκου από το "Ρεµπέτικο" και η "Εκδίκηση της Γυφτιάς". Σήµερα, µε την ταχύτητα που συµβαίνουν τα πράγµατα δεν προλαβαίνει ένα τραγούδι να ζήσει και να µείνει άφθαρτο στο χρόνο. Η αξία του βρίσκεται στο αν µετά από 50 χρόνια βρεθεί έστω και ένας άνθρωπος να το ακούσει και να νιώσει σαν να γράφτηκε τότε.

- Τα τραγούδια που επιβιώνουν κρύβουν περισσότερες αλήθειες από τα υπόλοιπα;

- Μάλλον ναι, και γι’ αυτό επιβιώνουν.

- Άρα σήµερα που λίγα επιβιώνουν, απέχουµε πολύ από την αλήθεια;

- Σίγουρα! Ζούµε σε εποχές φόβου, µας έχουν αναγκάσει να µαζευτούµε στα καβούκια µας για να προλάβουµε χωρίς να ξέρουµε τι ακριβώς.

- Η µουσική σου είναι µια αντίσταση στο χρόνο-Κρόνο που τρώει τα παιδιά του και λειτουργεί ως αναγκαία µνήµη;

- Ο χρόνος δεν έχει µια συγκεκριµένη κατεύθυνση, δεν ξεκινάει από το παρελθόν και κατευθύνεται στο µέλλον. Ο χρόνος, το παρελθόν, το παρόν και το µέλλον είναι σαν το δίχτυ του ψαρά που τα µικρά πολύγωνα, τα κοµµατάκια φτιάχνουν το δίχτυ αλλά είναι όλα ενωµένα µεταξύ τους. Ήδη από µόνη της η στιγµή της δηµιουργίας είναι ένα κοµµάτι χρόνου. Γιατί να κάθοµαι εγώ, ένας συµβατικός ανθρωπάκος χωρίς πολυκύµαντη ζωή, που δεν έχω περάσει από χίλια µύρια κύµατα να προσπαθώ να φτιάξω τραγουδάκια; Πιθανώς το κάνω για να εξορκίσω αυτή τη βαθιά µοναχικότητα που έχει κάθε άνθρωπος και να προσεγγίσω, έστω για µια στιγµή, το άπειρο, το άχρονο και το απόλυτο. Τη στιγµή της δηµιουργίας δεν υπάρχει χρόνος ούτε µνήµη ούτε σκέψη. Είναι σαν τη στιγµή του οργασµού…

- Πώς ταιριάζει αυτή η µοναχικότητα µε το τεράστιο δέσιµο που έχεις δηµιουργήσει µε το κοινό σου;

- Παλιά δεν ήθελα να τραγουδάω και να παίζω µπροστά στον κόσµο. Θεωρούσα ότι µε τη γέννα, µε τη δηµιουργία των τραγουδιών τέλειωνε ο ρόλος µου. Είχα και µια φοβία απέναντι στον κόσµο… Αλλά κάποια στιγµή κατάλαβα ότι χρειάζοµαι την επικοινωνία, έχω ανάγκη ένα ξεβράκωµα µπροστά στον κόσµο. Κατάλαβα ότι τα τραγούδια µου είναι το πιο πραγµατικό κοµµάτι του εαυτού µου. Στον καθένα µας κάθε στιγµή υπάρχει ενεργοποιηµένο ένα φίλτρο που τον κάνει να κρατά κάποια πράγµατα για τον εαυτό του. Η µουσική, όµως, αναβλύζει από ένα συναισθηµατικό χάος στο οποίο δεν υπάρχει λογοκρισία, δεν υπάρχουν φίλτρα. Αυτό το πιο αληθινό κοµµάτι µου θέλω να το δείξω στους άλλους ανθρώπους.

- Μήπως λειτουργεί και ως επιβεβαίωση;

- Μπορεί να υπάρχουν και τέτοια ταπεινά κίνητρα. Αλλά αν έχεις µέσα σου χαραγµένη τη σφραγίδα της µαταιότητας δε σε σώζει τίποτα.

- Πιστεύεις σε θεούς, σε δαίµονες, σε κολάσεις;

- Δεν έχω πιστέψει σε τίποτα µέχρι σήµερα, δεν έχω νιώσει το θρησκευτικό συναίσθηµα. Είµαι άπιστος Θωµάς. Αν δεν νιώσω κάτι δε µπορώ να το δεχθώ ως αληθινό. Βέβαια, όπως είπε και ο Γούντι Άλλεν "δεν πιστεύω στη µετά θάνατο ζωή αλλά καλού κακού θα πάρω και µια αλλαξιά ρούχα µαζί µου". Από την άλλη όµως δεν πιστεύω στην τυχαιότητα. Η κούπα που κρατώ αυτή την στιγµή µε φέρνει σε επαφή µε τον άνθρωπο που την έφτιαξε, µε αυτούς που τον γέννησαν, µε το υλικό, µε αυτούς που το παρήγαγαν και έτσι µπορώ να φτάσω στην αρχή του σύµπαντος. Αν το δω αντίστροφα, λοιπόν, µπορώ από την αρχή του σύµπαντος να φτάσω στο σήµερα αν λάβω υπόψη µου όλες αυτές τις παραµέτρους. Αλλά επειδή αυτό είναι αδύνατο, το βαφτίζουµε ελευθερία βούλησης.

- Γι’ αυτή την ελευθερία βούλησης µίλησε πάλι ο Γούντι Άλλεν στο Match Point. Όταν το µπαλάκι χτυπάει στο φιλέ ποτέ δεν ξέρεις πού θα καταλήξει. Δεν είναι τυχαιότητα αυτό;

- Μπορεί να το λέµε έτσι. Εγώ πιστεύω πως η ζωή και η µουσική σε οδηγεί όπως το ρυάκι που δηµιουργείται από τη βροχή. Για να µπορέσει να κυλήσει το νερό πρέπει να φτιαχτεί ένα ρυάκι εκεί που το χώµα το επιτρέπει, να µαζευτεί πολύ νερό και να γίνει ποταµάκι…

- Η "Βροχή από Κάτω" όµως, δεν ήταν ένα ρυάκι. Δεν τσουλάει µε συνέχεια και ειρµό. Αντίθετα µε τις άλλες δουλειές σου έχει µια υποσυνείδητη τυχαιότητα που είναι άκρως γοητευτική για όσους θέλουν να σε ανακαλύψουν. Έχεις εξηγήσει στον εαυτό σου πλήρως τα τραγούδια της "Βροχής";

- Προσπαθώ. Δίνω τη δική µου εκδοχή αλλά εκ των υστέρων και κυρίως µε τα λόγια γιατί η µουσική είναι ανερµήνευτη. Στα λόγια, συνήθως, δεν µπορώ να περιγράψω συναισθήµατα, µου φαίνεται ανούσιο και ανόητο. Δεν µε ενδιαφέρει καθόλου να πω ότι τώρα αγαπάω ή τώρα είµαι πληγωµένος κλπ. Έρχονται και σφηνώνονται µέσα µου κάποιες εικόνες και αυτές προσπαθώ να περιγράψω. Μέσα από τις εικόνες βέβαια προκύπτουν και συναισθήµατα αλλά γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο είναι και ανείπωτα και ανεξήγητα. Αυτές τις εικόνες τις αποτύπωσα σαν αυτόµατη γραφή χωρίς να θέλω να τις ερµηνεύσω µε λογική. Γι’ αυτό εντυπωσιάστηκα και ανησύχησα από τον κόσµο που τραγουδά αυτά τα τραγούδια… Μπορεί να έχουν µια συναισθηµατική βάση που τα δένει αλλά κυρίως είναι εικόνες δικές µου, ανεξήγητες. Όταν διάβασα ότι ο Γκίγκσµπεργκ στο Ουρλιαχτό έκανε αυτό ακριβώς, ησύχασα κάπως…

- Ποιο είναι το καλύτερο σχόλιο που έχεις ακούσει για τη δουλειά σου;

- Προτιµώ να σας περιγράψω ένα πραγµατικό περιστατικό που µε άγγιξε όσο τίποτα άλλο. Στη Δράµα, µετά από µια συναυλία πριν χρόνια, µε πλησίασε µια κυρία, µε αγκάλιασε και µου είπε ότι ένα αγαπηµένο της πρόσωπο που ήταν άρρωστο και ήξερε πως θα πεθάνει ζήτησε από τους φίλους του στην κηδεία να τραγουδήσουν την Ανδροµέδα. Δεν είναι συγκλονιστικό;

Ευχαριστούµε ιδιαίτερα για τη βοήθεια την Βίκυ Λούλη και τον Γιώργο Σαββάλα.

Συνέντευξη στους Γιάννη Κουκουλά και Μάγκυ Τουλιάτου

Σκίτσα: Θανάσης Πέτρου