Ξέρετε ότι...

  • Η Φραγκοσυριανή ήταν το πρώτο κομμάτι που προσπάθησε να «βγάλει» ο Θανάσης παίζοντας με τις δύο κάτω χορδές της πρώτης κιθάρας που αγόρασε.
  •  

  • Από παιδί στον Τύρναβο άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο για να εκμεταλλευτεί, όπως αναφέρει, τα στραβά του πόδια, γιατί «όσοι έχουν στραβά πόδια έχουν την τάση να γίνονται μεγάλοι ποδοσφαιριστές, όπως για παράδειγμα ο Δομάζος». Στο άθλημα αυτό, οφείλει και το παρατσούκλι «όργωμα» που είχε στο σχολείο, γιατί όταν έπαιζε μπάλα έσκυβε το κεφάλι, δεν κοιτούσε τίποτα στο πέρασμά του, όπως κάνει το τρακτέρ όταν οργώνει. Το ποδόσφαιρο είναι μια ασχολία που συνεχίζει μέχρι και σήμερα για να κρατιέται σε φόρμα και να μην τον χωρίσει, όπως λέει γελώντας, η γυναίκα του.
  •  

  • Ανακάλυψε τα ρεμπέτικα και λαϊκά μέσα από τους δίσκους «Τα μπλε παράθυρα» της Ρεμπέτικης Κομπανίας, «Η εκδίκηση της Γυφτιάς» και «Τα δήθεν» όπου και γνώρισε τη «γοητευτική φωνή» του Νίκου Παπάζογλου.
  •  

  • Ο Λοΐζος, ήταν ο πρώτος που αποφάνθηκε για την μουσική του Θανάση. Όταν βρεθήκανε στη Θεσσαλονίκη του έβαλε να ακούσει ένα τραγούδι του, που ο Θανάσης πίστευε ότι ήταν το πιο ολοκληρωμένο. Αλλά και η απάντηση του Μάνου Λοΐζου ήταν καταλυτική: «Θανάση, παράτα τη μουσική, καλά είσαι εκεί στο στίχο». Ο Θανάσης, όμως, ξεροκέφαλος όπως πιστεύει ότι ήτανε, δεν τον άκουσε και έστειλε τη «Χελώνα» μαζί με ένα άλλο τραγούδι στους Μουσικούς Αγώνες Κέρκυρας, που διοργάνωνε τότε ο Μάνος Χατζιδάκις.
  •  

  • Τα τραγούδια του Θανάση είχαν «κοπεί» στα αποτελέσματα των προκριματικών για τους Μουσικούς Αγώνες Κέρκυρας. Δεν έδωσε βέβαια ιδιαίτερη σημασία, γιατί ήταν και η εποχή που θα πήγαινε στο στρατό και δεν τον ένοιαζε πολύ το μέλλον. Ξαφνικά, λίγο πριν παρουσιαστεί το Σεπτέμβρη του 1982, τον παίρνουν τηλέφωνο και του λένε: «Ξέρεις βγάλαμε κάποιο άλλο τραγούδι και βάλαμε το δικό σου! Έλα στην Κέρκυρα για το διαγωνισμό». Όπως ήταν φυσικό αντέδρασε, γιατί ούτε τραγουδιστή είχε, ούτε πρόβες είχε κάνει, αλλά οι υπεύθυνοι του διαγωνισμού τον καθησύχασαν και του είπαν ότι θα γίνουν όλα στην Κέρκυρα επί τόπου. Όταν πήγε λοιπόν στην Κέρκυρα, είδε όλους τους άλλους συμμετέχοντες να είναι γνωστοί μεταξύ τους, προετοιμασμένοι και αισθανόταν σαν αγρίμι. Αφού πέρασαν δύο-τρεις μέρες και κανένας δεν είχε ασχοληθεί μαζί του, αποφασίζει να πάει να μιλήσει στον Χατζιδάκι και του λέει: «Αφήστε κ. Χατζιδάκι το παίρνω το τραγούδι, ας μην παρουσιαστεί, δεν προλαβαίνουμε». Όμως χάρη στην επιμονή του Χατζιδάκι, παρόλο που κανένας δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να τραγουδήσει το τραγούδι, έκαναν μία πρόχειρη ενορχήστρωση και κατάφερε να παρουσιαστεί το κομμάτι: «Βάλανε ένα μαντολίνο (αντί για τζουρά που είχα εγώ), μια κιθαρούλα, δηλαδή το κομμάτι παίχτηκε τελείως διεκπεραιωτικά. Θα έλεγα ότι τραγουδήθηκε με τον ίδιο τρόπο, ενώ, ξέρεις, υπήρχαν εκεί συμμετέχοντες που τους πρόσεχαν οι ενορχηστρωτές, παίρνανε μια μελωδιούλα και την κάναν ένα πράγμα τεράστιο. Το τραγούδησε ένας που συμμετείχε, Τσαπάρας λεγόταν. Ε! εντάξει. Σαν εμπειρία ήταν καλή. Δηλαδή μου έδωσε μια αίσθηση ότι κάτι μπορώ να κάνω». Η αλήθεια είναι όμως, όπως χαρακτηριστικά είπε, ότι πρέπει το τραγούδι του να παραξένεψε πολύ την προκριματική επιτροπή (Μ. Χατζιδάκις, Ν. Κυπουργός, Γ. Κουρουπός) γιατί όταν ξαναβρήκε την κασέτα που είχε στείλει, εκτός από τον αριθμό συμμετοχής βρήκε γραμμένα από το χέρι του Μάνου Χατζιδάκι τα εξής: «Περίεργον λαϊκό. Να ξανακουστεί!». Ίσως και γι' αυτό το λόγο να του συγχώρεσαν την μυθολογική ανακρίβεια που έχουν οι στίχοι, δηλαδή το ότι ο Περσέας σκότωσε την Λερναία Ύδρα.
  •  

  • Στο στρατό, με κίνδυνο να φυλακιστεί, κρυβόταν σε κάποιες μαύρες τρύπες του στρατοπέδου και «έβγαζε» τραγουδάκια επηρεασμένος κυρίως από το ρεμπέτικο, ενώ οι άλλοι φαντάροι έκαναν γυμναστική. Εκεί οφείλει και το όνομά του ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι που λέγεται «Λούφα στο ΚΕΜΧ Ναυπλίου».
  •  

  • Ο Θανάσης έχει γράψει και ένα τραγούδι σε μια γλώσσα που διάφορες κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες δημιουργούν για να συνεννοούνται μεταξύ τους χωρίς να τους καταλαβαίνουν. Αυτή η διάλεκτος λέγεται «Μαστορικά» ή σ' άλλα μέρη «Κοδαρίτικα» και δημιουργήθηκε πριν από χρόνια όταν οι οικοδόμοι που έχτιζαν με πέτρα έφευγαν από το χωριό τους και πήγαιναν σ' άλλα μέρη. Καθώς λοιπόν, δούλευαν όλη την ημέρα σ' ένα σπίτι, είχαν ανάγκη να συνεννοούνται μεταξύ τους χωρίς να τους καταλαβαίνει ο ιδιοκτήτης του σπιτιού. Έτυχε, τώρα, ο προπάππος του Θανάση να είναι οικοδόμος, να ξέρει τη γλώσσα και από γενιά σε γενιά να την μάθει στην οικογένειά του η οποία τα μιλάει ακόμα και σήμερα (όταν υπάρχει λόγος). Έτσι ο Θανάσης μάζεψε όσες περισσότερες λέξεις μπορούσε, ρωτώντας τη γιαγιά του και τη μάνα του και έγραψε ένα τραγούδι για τη δυσκοιλιότητα (!) που ονομάζεται «Το Ματζαφτάρι». Το τραγούδι αυτό, από τη μια έχει ένα περιπαικτικό στοιχείο, από την άλλη όμως, είναι ένας τρόπος να περάσει την παράδοση σε σύγχρονα μέτρα.
  •  

  • Μετά τον στρατό και για ένα διάστημα ευελπιστούσε ότι θα ζούσε από τις κατασκευές οργάνων. Αν και ασχολήθηκε σοβαρά για ένα περίπου χρόνο και με βοήθεια από τον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ., αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις οργανοκατασκευές ως κύρια οικονομική ενασχόληση και να ασχοληθεί «με κατασκευές άλλου είδους, στα δημόσια έργα», όπως λέει γελώντας. Στην απόφαση αυτή βέβαια τον ώθησε και η γέννηση των «διδύμων της συμφοράς» (των δύο του παιδιών Κωνσταντή και Αριστοτέλη), γιατί μια οικογένεια τεσσάρων ατόμων δεν μπορούσε να ζήσει με την προοπτική της οργανοκατασκευής.
    Το εναρκτήριο λάκτισμα για την ενασχόληση του Θανάση Παπακωνσταντίνου με τις κατασκευές μουσικών οργάνων του το έδωσε, όπως χαρακτηριστικά λέει, η αδυναμία να βρει όργανα που να του αρέσουν πάρα πολύ. Συγκεκριμένα ήθελε να βρει ένα όργανο που να ηχεί με τον τρόπο που ηχούσε το μπουζούκι στο «Μινόρε του Χαλκιά». Όπως και στην μουσική, έτσι και στις κατασκευές μουσικών οργάνων ο Θανάσης είναι αυτοδίδακτος καθώς άρχισε μόνος του να κατασκευάζει, διαβάζοντας απλά κάποια βιβλία.
    Κάθε όργανο που έφτιαχνε ο Θανάσης το υπέγραφε βάζοντας μια ταμπελίτσα στο εσωτερικό με το όνομά του, την ημερομηνία και το όνομα του οργάνου (αν υπήρχε). Καθώς λέει και ο ίδιος: «Όπως δίνουμε όνομα στα σκυλάκια, εγώ έδινα στα όργανα, όποτε μου ερχότανε». Για παράδειγμα, ένα όργανο το είχε βγάλει «Πολύφημο», γιατί από τη μία του θύμιζε τον Κύκλωπα και από την άλλη το είχε βρέξει κατά λάθος με κρασί και θυμήθηκε τον Οδυσσέα που μέθυσε τον Πολύφημο για τον τυφλώσει.
  •  

  • Ο Θανάσης ενθουσιάστηκε όταν είδε τη μπουζουκομάνα που είχε κατασκευάσει ο Ισίδωρος Παπαδάμου και μια και ήταν και οι δύο αριστερόχειρες, του έκανε μια κρούση μήπως μπορεί να του την πουλήσει (πράγμα που έγινε). Από τότε ο Θανάσης το αγαπάει πολύ ως όργανο, παρόλο που, όπως λέει, δεν έχει πολλά διαφορετικά πράγματα από ένα μπουζούκι, απλά είναι μεγαλύτερο. Ενώ η απόσταση από καβαλάρη σε καβαλάρη στο κλασικό μπουζούκι είναι γύρω στα 67-70 cm, στη μπουζουκομάνα είναι γύρω στα 85 cm.
  •  

  • Η γνωριμία του με το Γιώργο Μιχαήλ έγινε μέσω του Μιχάλη Χανιώτη, φίλου του Θανάση από το στρατό, όταν ο Θανάσης έψαχνε τραγουδιστές για τον δίσκο. Από την πρώτη δοκιμή λοιπόν, του άρεσε πάρα πολύ σαν φωνή και αποφάσισαν να συνεργαστούν. «Ήρθαν δυο παιδιά, ο ένας ήταν ο Γιώργος ο Μιχαήλ και ένα άλλο παιδί και κάναμε μια δοκιμή τότε. Μου άρεσε, είναι αλήθεια, απ' την αρχή η φωνή του Γιώργου. Έτσι δοκιμάσαμε ένα κομμάτι, που θα έβαζα εγώ στο δίσκο το «Στις χαραυγές ξεχνιέμαι». Μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος που το είπε. Έτσι χωρίς να το κατέχει κιόλας, μπορώ να πω ότι το 'πε καλύτερα απ' ότι στο δίσκο μετά. Εγώ είπα «εδώ είμαστε» και αυτός «ψάρωσε» μπροστά στο μικρόφωνο, δηλαδή έχασε πολύ απ' αυτό που είχε σαν φωνή, γιατί κι αυτός ερασιτέχνης όπως εγώ, πρώτη φορά, είναι δύσκολα τα πράγματα μπροστά στα μηχανήματα».
  •  

  • Οι πρώτες του εμφανίσεις ήταν απογοητευτικές. Στο «Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο» στη Λάρισα «ήμασταν όλοι χάλια, αλλά η χειρότερη στιγμή, ήταν όταν αφήσαμε το Γιώργο Μιχαήλ να ξεκινήσει ένα κομμάτι, «Οι πότες της στρογγυλής τραπέζης», χωρίς να του δώσουμε τόνο, να ρίξει κάποιος ένα ακόρντο, για να ξεκινήσει και το ξεκίνησε από άλλο τόνο απ' ότι έπρεπε. Εμείς μπήκαμε κανονικά, εκεί που ήταν να μπούμε και προσπαθούσε απεγνωσμένα να 'ρθει από τη μια τονικότητα στην άλλη. Φοβερή ιστορία, δεν πίστευα στα αυτιά μου μ' αυτό που γινόταν. Στο τέλος μαζευτήκαμε όλοι σε μια άκρη και λέγαμε: «Πω πω! Χάλια ήμασταν» και 'γω χάλια ήμουνα αλλά και ο Γιώργος ήταν κι αυτός ένα μάτσο χάλια. Βλέπω όμως το Γιώργο, να έρχεται από μακριά τρίβοντας τα χέρια ικανοποιημένος για το τελικό αποτέλεσμα και μου λέει: «Παιδιά πολύ καλά τα πήγαμε, μόνο εσύ Θανάση… Ήσουν ένα μάτσο χάλια». Του λέω: «Ρε, τον εαυτό σου δεν τον κρίνεις καθόλου;»… Αφασία τελείως αυτό το παιδί».
    Εμφανίστηκαν επίσης σ' ένα κέντρο στην Ομόνοια με κοινό μόνο τρεις παρέες. Από τις τρεις παρέες οι δύο ήτανε γνωστοί που είχαν έρθει για να τους ακούσουν. Η τρίτη παρέα ήταν «αγνώστων στοιχείων», γεγονός που τον οδήγησε μετά το τέλος της συναυλίας να τους ρωτήσει: «Ρε παιδιά, πώς και ήρθατε από εδώ;». Η απάντηση που πήρε, αν και παραδέχεται ότι τον βοήθησε στο να μην πάρουν τα μυαλά του αέρα, τον καταρράκωσε προς στιγμήν, όταν του ομολόγησαν ότι κέρδισαν τα εισιτήρια σε διαγωνισμό στο ραδιόφωνο.
    Άλλη μια δύσκολη εμπειρία ήταν οι εμφανίσεις του με τη Μελίνα Κανά στο Καφέ Παράσταση το 1997 για την παρουσίαση του δίσκου «Της αγάπης γερακάρης». Οι συναυλίες διαφημίστηκαν με τη συμμετοχή και του Σωκράτη Μάλαμα, ο οποίος τελικά δεν τα κατάφερε να είναι παρών. Όταν αυτό ανακοινωνόταν κατά τη διάρκεια του προγράμματος, οι περισσότεροι αποχωρούσαν «διακριτικά».
  •  

  • Τον Σωκράτη Μάλαμα τον γνώρισε από έναν κοινό γνωστό, τον Βασίλη Καφούρο, ο οποίος έπαιξε ακορντεόν στην «Αγία Νοσταλγία» και τον είχε φέρει σε επαφή και με τον Μανώλη Πάππο. Έτσι ο Μάλαμας άκουσε τα τραγούδια, του άρεσαν και ήθελε να συμμετάσχει. Με τη Μελίνα Κανά η γνωριμία έγινε μέσω του Μάλαμα.
  •  

  • Τους Ashkhabad τους άκουσε σε ένα δίσκο τους, του άρεσαν πάρα πολύ σαν μουσικοί, κυρίως γιατί, όπως λέει, ισορροπούσαν αριστοτεχνικά μεταξύ Ανατολής και Δύσης, προνόμιο που έχει εδώ και αιώνες και η ελληνική μουσική. Έκανε λοιπόν, μια προσομοίωση και τους σκέφτηκε να παίζουν τα τραγούδια του. Του φάνηκε απόλυτα ενδιαφέρον και μαζί με την εταιρία έκαναν προσπάθειες να τους φέρουν στην Ελλάδα. Αν και η Μελίνα Κανά ήταν κάπως διστακτική και δεν πολυπίστευε σ' αυτή τη συνεργασία, ο Θανάσης επέμεινε να πραγματοποιηθεί. Το τραγούδι «Η λάθος μοιρασιά» ήταν αυτό που αγάπησαν περισσότερο οι Ashkhabad από τα «Λάφυρα». Τα τραγούδια για το δίσκο αυτό, όπως και στο «Βραχνό Προφήτη» και στην «Αγρύπνια» ηχογραφήθηκαν ζωντανά με όλους τους μουσικούς παρόντες στο στούντιο.
  •  

  • Η γνωριμία με τον Μπάμπη Παπαδόπουλο έγινε μέσω του Κώστα Θεοδώρου που εκτιμά τον Μπάμπη ως μουσικό και τον κάλεσε να παίξει στον δίσκο «Της αγάπης γερακάρης». Έτσι γνωρίστηκαν και βρήκαν πολλά κοινά στοιχεία. Όταν λοιπόν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και ο Θανάσης ήθελε να ξεκινήσει έναν καινούργιο δρόμο, θεώρησε ότι ο Παπαδόπουλος ήταν το κατάλληλο άτομο για να βοηθήσει ενορχηστρωτικά. Μέσω του Μπάμπη Παπαδόπουλου μπήκε στη μέση και ο Γιάννης Αγγελάκας. Άκουσε τα τραγούδια του «Βραχνού Προφήτη». Κάποια από αυτά του άρεσαν και τα είπε με τον δικό του υπέροχο τρόπο.
  •  

  • Μία από τις ξεχωριστές στιγμές της ηχογράφησης για το «Βραχνό Προφήτη» ήταν η συνεργασία με δύο παιδιά από τα Γρεβενά, τους οποίους γνώρισε όταν του έστειλαν μια κασέτα που τραγουδούσαν ένα δικό του κομμάτι, την «Ανδρομέδα». Έτσι, του ήρθε η ιδέα να αλλάξει πάνω σ' ένα παραδοσιακό τραγούδι τους στίχους και να βάλει το ποίημα του Χρήστου Μπράβου τραγουδισμένο από τα παιδιά αυτά, τον Γιώργο Κωνσταντινίδη και τον Δημήτρη Κιτσιούλη.
  •  

  • Η εισαγωγή του «Πεχλιβάνη» είναι ηχογραφημένη από ένα βραζιλιάνικο σίριαλ από αυτά που παίζονται κατά κόρον στην ελληνική τηλεόραση. Ο Θανάσης είχε την ιδέα όταν μια μέρα, μπαίνοντας στο πατρικό του, είδε τους γονείς του "καρφωμένους" στην οθόνη να παρακολουθούν ένα τέτοιο σίριαλ και μετά βίας να γυρίζουν να τον χαιρετήσουν.
  •  

  • Ο Θανάσης Γκαντάρας που διαβάζει το προοίμιο στο τραγούδι «Α. Μάνθος» είναι απόγονος του ληστή αλλά και μακρινός συγγενής του ίδιου του Θανάση.
  •  

  • Τα εξώφυλλα της «Αγίας Νοσταλγίας», του «Βραχνού Προφήτη» και της «Ανδρομέδας» έχουν φιλοτεχνηθεί από έναν σπουδαίο Λαρισαίο φωτογράφο που δε ζει πια, τον Τάκη Τλούπα. Ο Τλούπας άφησε ένα πολύ σημαντικό έργο με έμφαση στην παράδοση. Το εξώφυλλο του «Βραχνού Προφήτη» έχει μάλιστα χρησιμοποιηθεί στην κινηματογραφική ταινία «Ο Βασιλιάς» για την οποία ο Θανάσης έγραψε τη μουσική. Είναι η φωτογραφία του παππού του ήρωα στο τζάκι. Στην ίδια ταινία ακούγεται και το τραγούδι «Ανδρομέδα» σαν αφιέρωση στους ερωτευμένους από ραδιοφωνικό σταθμό την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αλλά και μία ορχηστρική και «πειραγμένη» εκδοχή του «Τειρεσία».
  •  

  • Οι στίχοι για το τραγούδι «Αγρύπνια» δεν είναι ακριβής μετάφραση του γαλλικού πρωτοτύπου. Βασίστηκαν σε μια παλιά μετάφραση του ποιήματος και στη συνέχεια ο Θανάσης επενέβη με ελεύθερο πνεύμα.
  •  

  • Στο τραγούδι «Liquid» συμβαίνει το εξής παράδοξο: υπάρχουν στίχοι στο ένθετο αλλά δεν ακούγονται στο κομμάτι. Αυτό έγινε από πρόθεση αφού ο Θανάσης τραγούδησε κανονικά στο στούντιο τα λόγια αλλά τα "πείραξαν" με διάφορα φίλτρα ώστε να ακούγεται ένα βουητό. Στις πρώτες ζωντανές εμφανίσεις του με τους Λαϊκεδέλικα, και ενώ έπαιζαν ζωντανά το κομμάτι, οι στίχοι του ακουγόταν κανονικά από την κονσόλα.
  •  

  • Στο τραγούδι «Rua da bella vista» οι μουσικοί αναφέρονται όλοι με ετερώνυμα του Fernando Pessoa. Ο Θανάσης είναι ο Alvaro de Campos γιατί όπως λέει "είμαι από τον κάμπο" αλλά και γιατί ήταν κι αυτός μηχανικός. Ο Μπάμπης Παπαδόπουλος υπογράφει ως Joaquim Moura Costa, ο Αλέξης Αποστολάκης ως Alexander Search, ο Τάσος Μυσιρλής είναι ο Torquato Mendes Fonseca da Cunha Rey, ο Δημήτρης Μπασλάμ ο Baryo de Teive, ενώ ο Γιώργος "Μπαντούκ" Αποστολάκης, φανατικός λύτης σταυρολέξων, διάλεξε κάτι σχετικό: A. A. Crosse.
  •  

  • Ο Σωκράτης Μάλαμας δεν τραγούδησε για πρώτη φορά την «Αγία Νοσταλγία» στην «Αγρύπνια». Είχε πρωτοπεί το τραγούδι για τον ομώνυμο δίσκο χωρίς να χρησιμοποιηθεί τελικά. Έτσι κυκλοφόρησε με τη φωνή του Θανάση.
  •  

  • Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου είχε ηχογραφήσει ήχους από τον ύπνο του Κωνσταντή Παπακωνσταντίνου οι οποίοι ακούγονται στην αρχή του «Ενύπνιου». Μάλιστα για το γεγονός αυτό έχει ζητήσει από τον γιο του δημόσια συγνώμη που εξέθεσε την προσωπική αυτή στιγμή του Κωνσταντή στο πανελλήνιο.
  •  

  • Η πρώτη μορφή της «Παραβολής του Ασώτου» είχε διαφορετικούς στίχους, οι οποίοι είχαν σχέση με το έργο του Μεσαιωνικού ζωγράφου Michelangelo Merisi (Caravaggio) και τους οποίους ο Θανάσης πλέον δεν θυμάται.
  • Εμπλουτίστε το Ξέρετε ότι...

    Θεωρείτε ότι από το Ξέρετε ότι... λείπει κάποια σημαντική, άγνωστη πτυχή της ζωής του Θανάση Παπακωνσταντίνου;

    Βοηθείστε στον εμπλουτισμό του με τον ακόλουθο τρόπο:

    α) Επικοινωνήστε μαζί μας με email.

    β) Αναφέρετε τη λεπτομέρεια-πληροφορία την οποία επιθυμείτε να συνεισφέρετε.

    The Udjat Team Info

    Η Udjat Team ευθύνεται για τη δημιουργία αυτής της ιστοσελίδας.
    The Udjat Team is responsible for weaving this site.

    Αν σας ενδιαφέρει η επικοινωνία μαζί μας, δοκιμάστε το παρακάτω email:
    If you are interested in contacting us, please use the email address below: